-
1 ἀκτίς
A ray, beam: Hom. only dat. pl.,ἀκτῖσιν Od.5.479
, 19.441.ἀκτίνεσσιν 11.16
, Il.10.547 ;Ἠελίοιο ἀκτῖνες Mimn.11.6
, cf. Emp.84, Ar.Av. 1009, Arist.Mete. 374b4, etc.; sg., S.Tr. 685, cf. ἀνὰ μέσσαν ἀκτῖνα, i.e. from south, S. OC 1247; ἀκτῖνες μέσαι noonday, E. Ion 1136; τὰ πρὸς ἀκτῖνα ἔθνη peoples of the East, Philostr. V A2.2:— of lightning,ἀκτῖνες στεροπᾶς ἀπορηγνύμεναι Pi.P. 4.198
;ὦ Διὸς ἀκτίς, παῖσον S.Tr.10
<*>6;πυρός Sopat.13
, Pl.Ti. 78d; of the eyes, ἀκτῖνας προσώπου, Pi.Fr. 123, cf. Ar.V. 1032; visual rays, Hipparch. ap. Placit.4.13.9.2 metaph., brightness, splendour, glory, ἀ. ἀγώνων, καλῶν ἐργμάτων, Pi.P.11.48, I.4(3).42; ἀκτῖνες ὄλβου splendid fortunes, Id.P.4.255.3 ray shot from the left by planet to planet (opp. ὄψις, q.v.), Heph.Astr. 1.16, Porph.Intr.p.189; τὴν ἀ. ἐπιφέρων Vett. Val. 136.19, cf. Ptol. Tetr. 126.
См. также в других словарях:
ακτίνα — Μια από τις φωτεινές γραμμές που εκπέμπονται από ένα φωτεινό σώμα (π.χ. οι α. του ήλιου). Γενικά, κάθε φανταστική γραμμή που ξεκινά από ένα κεντρικό σημείο προς κάθε διεύθυνση (π.χ. οπτική α.). Η έκταση έως την οποία μπορεί να φτάσει κάποια… … Dictionary of Greek